Κυριακή 30 Μαΐου 2021

ΗΜΟΥΝΑ ΠΑΡΑΚΛΑΔΙ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΡΟΣΥΡΜΗ ΜΕΣΑ ΣΕ ΑΝΘΙΣΜΕΝΟ ΚΗΠΟ

 Είπα «θα ποτίσω τον κήπο μου   καρπούς απ’ τ’ άνθη του να δέσει»

Κι ολομεμιάς έγινα ποταμός μεγάλος   

Και έπνιξα τον κήπο.

 

Είπα «δεν πειράζει.   Θα ποτίσω τώρα ολόκληρο τον κάμπο μου»

Κι ολομεμιάς έγινα θάλασσα

Κι έπνιξα τον κάμπο.

 

Είπα «δεν πειράζει. Θα θρέψω τώρα τα ψάρια μου

Θα ταξιδέψω τα καράβια μου»

Κι ολομεμιάς έγινα έρημος

Κι αφάνισα και ψάρια και καράβια.

 

Είπα «δεν πειράζει.   Θα γίνω τώρα δρόμος για τα καραβάνια μου»

Από τότε περιμένω.

Ούτε ένας καμηλιέρης δεν με διάβηκε ακόμα

 

Συνήθισα να δέχομαι τα πιο ανόμοια πράγματα

Στις αλλαγές τις πιο απότομες ν’ αντέχω

Να περιέχω όχι μονάχα κρύο νερό μα και καφέ καυτό

Ή τσάι αν είν’ ανάγκη ή κρασί

Μα και λουλούδια ακόμα αν τύχει

 

Παρ’ όλα αυτά δεν άλλαξα ποτέ

Κάθε φορά που το περιεχόμενο μου σώνεται

Παίρνει μαζί του και τη γεύση και το χρώμα του

Και μένω αυτό που ήμουν πάντα

‘Ένα ποτήρι του νερού ουδέτερο και διαφανές    που όταν σπάσει κάποτε

Θα τ’ αντικαταστήσουν πάλι με ποτήρι

(Δύο  ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ (Γ και Θ)  από μια συλλογή του Αργύρη Χιόνη στην οποία παρακολουθούμε πώς ο Ποιητής «μυθοποιεί» τις ποικίλες αλλαγές που συντελούνται γύρω του (και μέσα του;)  

π.χ. πώς ένα Βράχος με τις αιχμές και τις καμπύλες του καταλήγει ένα ελάχιστο χαλίκι ανάμεσα στ’ αμέτρητα άλλα χαλίκια

ή ένα βότσαλο πώς ταξιδεύει κυλώντας απ’ τις πηγές μέχρι τις εκβολές του ποταμού.

Κι η πέτρα, σύμβολο αναισθησίας από τη μια - καρδιά σαν πέτρα δεν λέμε; - αλλά με αναγνωρίσιμη την αρετή της αντοχής, κατάλληλη για να χτιστούν τα σπίτια κι οι μάντρες γύρω απ’ αυτά κι οι τάφοι και το έχει των ανθρώπων κι η μνήμη τους…

 


Λοιπόν, Αργύρης Χιόνης ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974 (αντιγραφή κι επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ, Ποιήματα 1966-2000)

Με μια σταγόνα νερό μες στην παλάμη μου

Πρέπει να προλάβω πριν εξατμιστεί

Ν’ αναπαραστήσω τις πηγές του ποταμού

Τον καταρράκτη και τον ποταμό τον ίδιο

Και τη θάλασσα και τη βροχή με μια σταγόνα ελάχιστη

Που τρέμει κι εξατμίζεται μες στην παλάμη μου

 

Β. ΗΜΟΥΝΑ ΛΥΚΟΣ (από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974)

Ζούσα με το μίσος μου    Για το μίσος μου

 

Τις νύχτες αγρυπνούσα

Το θάνατο ετοιμάζοντας    Των  προβάτων

 

Είμαι σκύλος

 

Ζω με τον αφέντη μου    Για τον αφέντη μου

Όργανο της στοργής και της οργής του

 

Τις νύχτες αγρυπνώ

Φυλάγοντας τα πρόβατά του

 

Ήμουν θηρίο κι είμαι ζώο

Ζώο πιο υπάκουο κι από πρόβατο

Γι’ αυτό και δεν ανησυχεί ο αφέντης μου

Όταν καμιά φορά με την πανσέληνο

Μ’ ακούει σαν λύκος να ουρλιάζω

 

Σαν ξημερώνει ξέρει πως το χέρι

Θα του γλύφω πάλι

 

Δ. ΗΜΟΥΝΑ ΚΑΠΟΤΕ ΕΝΑ

ΗΜΟΥΝ Ο ΒΡΑΧΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΙΧΜΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΑΜΠΥΛΕΣ ΜΟΥ

Τα νεύρα μου τις ρίζες μου βαθιά στη γη

 

Ύστερα ξαφνικά ήρθε η έκρηξη

Που με κομμάτιασε σ’ αμέτρητα κομμάτια

Κι έγινα πέτρες ή καλύτερα

Έγινα μια απ’ τις ανόμοιες πέτρες

Που αργότερα ήρθε η βαριά

Να διαμελίσει ακόμα μια φορά

Σ’ ακόμα πιο μικρά κομμάτια

 

Είμ’ ένα ελάχιστο χαλίκι

Ανάμεσα σ’ αμέτρητα άλλα χαλίκια

 

Ριγμένα εδώ μες στο καλούπι νιώθουμε

Τη γκρίζα μάζα του τσιμέντου γύρω μας

Να σφίγγεται να πήζει να μας δένει

Σε  μια παράλογη καινούργια ενότητα

[από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974]

 

Ε. ΜΑΚΡΥ ’ΤΑΝ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ ΑΠ’ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ (από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974)

Μακρύ ήταν το ταξίδι μου απ’ τις πηγές

Μέχρι τις εκβολές του ποταμού κυλώντας

Μες στο βυθό του αδιάκοπα

Αλλάζοντας σιγά-σιγά σχήμα και βάρος

Αλαφρώνοντας έφτασα εδώ

Σε τούτη την ακτή ένα βότσαλο

 

Τώρα ανήκω πια στη θάλασσα

Και το ταξίδι έγινε λίκνισμα

Κύμα με παίρνει κύμα με φέρνει

Κι όλο στην ίδια θέση βρίσκομαι

 

Η φθορά μου βέβαια συνεχίζεται

Κι έγινε μάλιστα πιο γρήγορη ακόμα

Δεν είν’ μακριά η μέρα που θα γίνω

Μονάχα ένας κόκκος άμμου

 

Τότε θ’ ανήκω λίγο και στον άνεμο

 

ΣΤ. ΗΤΑΝ ΩΡΑΙΑ ΓΥΡΩ-ΓΥΡΩ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΟΡΤΑ ΣΤΗΝ ΠΛΑΓΙΑ

Κι ήταν κι η ίδια ωραία ανάμεσά τους

Παίρνοντας χρώμα από το χρώμα τους

Δροσιά απ’ τη δροσιά τους

 

Ήταν ωραία και θα ήτανε κι ευτυχισμένη

Αν δεν υπήρχε στης πλαγιάς τα πόδια

Ο δρόμος με τις πέτρες του τις αδελφές της

Να της θυμίζει πόσο μόνη ήταν μες στην ομορφιά της

 

Κάποτε πήρε την απόφαση και κύλησε

 

Χωμένη τώρα μια στη λάσπη μια στον κουρνιαχτό

Νιώθει να της οργώνουνε τη ράχη

Αλόγων πέταλα κάρων τροχοί

Και δεν ελπίζει παρά στο θρυμματισμό της

 

Όσο για την πλαγιά ήταν καλύτερα

Να την ξεχάσει και την ξέχασε

 

Οι πέτρες μόνο να κυλούν μπορούνε

 [από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974]

 

Ζ. Η ΜΟΝΗ ΑΡΕΤΗ ΠΟΥ ΜΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΝ Η ΑΝΤΟΧΗ ΜΟΥ (από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974)

Η μόνη αρετή που μου αναγνωρίζουν η αντοχή μου

Κατάλληλη για να χτιστούν τα σπίτια τους

Κι οι μάντρες γύρω από τα σπίτια τους

Κι οι τάφοι τους ν’ ασφαλιστεί η ζωή τους

Και το έχει τους κι η μνήμη τους

 

Κατά τα άλλα δεν είμαι γι’ αυτούς

Παρά ένα σύμβολο αναισθησίας

Καρδιά σαν πέτρα λένε όψη πέτρινη

Ακινησία της πέτρας πέτρινη σιωπή

Και λησμονούνε πως απ’ τη δική μου σάρκα

γεννήθηκαν κορμιά τόσο ανάλαφρα

Τόσ’ όμορφα κι εκφραστικά μέσα στη γύμνια τους

Που βλέποντας τα τώρ’ αυτοί να λιώνουν

Απ’ τη ζήλεια τους και να σκεπάζουν ντροπιασμένοι

Τα δικά τους άχαρα κορμιά μ’ άχαρα ρούχα

 

Η. ΕΙΜ’ ΕΝΑ ΞΥΛΙΝΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΙΠΟΤ’ ΑΛΛΟ

Κάποτε θα’ μουν οπωσδήποτε ένα δένδρο

Όμως τι δένδρο δε θυμάμαι

Η πλάνη το πριόνι τα καρφιά και τα βερνίκια

-ω Θεέ μου πόσ’ απανωτά βερνίκια –

Μπορούν να ξεκουτιάνουν και το πιο γερό μνημονικό

 

Είμ’ ένα ξύλινο τραπέζι τίποτα άλλο

Παλιό παμπάλαιο και για τούτο επανωτά βερνικωμένο

Για να μη δείχνει η ηλικία μου και το σακάτεμά μου

Για να διατηρηθεί η αξιοπρέπεια των κατόχων μου

 

Για τη δική μου ποιος σκοτίζεται

Δεκάρα εγώ δεν δίνω για ανώφελες γυαλάδες

Η μόνη μου φροντίδα είναι ν’ αντέξω

Στο βάρος των αγκώνων τους και στις γροθιές τους

Να σφίξω τις αρθρώσεις μου να μην παραπατώ

Να πνίξω μέσα μου να μην τ’ ακούσουν το τρίξιμο του σαρακιού

Ν’ απομακρύνω έτσι όσο γίνεται την ώρα της φωτιάς

[από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974]

 

ΙΑ. ΗΤΑΝ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ ΜΥΡΜΗΓΚΙ (από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ 1974)

Ήταν ευτυχισμένο το μυρμήγκι

Είχε πασχίσει ώρες ολόκληρες

Κι είχε καταφέρει να μεταφέρει

Ως το έμπα της φωλιάς του

Το τεράστιο ψόφιο σκουλήκι

 

Ήταν ευτυχισμένο το μυρμήγκι εκεί

Στη μέση της απέραντης πεδιάδας

Και περήφανο για τις δυνάμεις του

Που αν κι ελάχιστες κατάφεραν το ακατόρθωτο

 

Με τις δαγκάνες του βαθιά χωμένες

Στην τρυφερή σάρκα του σκουληκιού

Συγκεντρωνόταν για την τελευταία προσπάθεια

Όταν ήρθε το πουλί και καταβρόχθισε

Μαζί μυρμήγκι και σκουλήκι

 

Ήταν ευτυχισμένο το πουλί εκεί

Στη μέση της απέραντης πεδιάδας

Και περήφανο γιατί τα μάτια του

Μπορούσανε από ψηλά να διακρίνουν

Τη λεία του πάνω στη γη

 

Ήταν ευτυχισμένο και δεν είδε

Το παιδί που παραμόνευε πιο κει

Με τη σφεντόνα

 

Ι. ΤΟ ΚΑΡΦΙ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΣΕ ΤΟ ΣΦΥΡΙ ΝΑ ΜΗ ΤΟ ΧΤΥΠΑΕΙ

Ο Τοίχος παρακαλούσε το καρφί να μην τον τρυπάει

Το σφυρί δεν παρακαλούσε κανέναν

ΠΑΡΑΞΕΝΟ…

ΙΒ. ΤΟ ΚΛΟΥΒΙ ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΕΡΓΟ ΤΕΧΝΗΣ ΦΤΙΑΓΜΕΝΟ ΑΠΟ  σύρμα επιδέξια πλεγμένο   Βαμμένο πράσινο για να θυμίζει τρυφερά κλαδάκια   Κι από ξύλο σκαλισμένο με μεράκι   Και στο χρώμα του ξύλου βαμμένο   Έτσι που ξύλο να θυμίζει κι ήταν   Ευρύχωρο επιτρέποντας ελευθερία   Κινήσεων μεγάλη κι είχε   Μια ελάχιστη πορτούλα πλουμισμένη   Με χάντρες θαλασσιές για να ξορκίζουν   Το μάτι το κακό και μέσα   Κούνιες τετράγωνες ή σε σχήμα κρίκου   Κι ένα πιατάκι πορσελάνινο για το κεχρί   Κι ένα άλλο πορσελάνινο κι αυτό για τη σαλάτα   Κι ένα βαζάκι από χρωματιστό γυαλί για το νερό   Κι είχε και πάτωμα διπλό συρταρωτό   Για να μπορεί να καθαρίζεται χωρίς   Ν’ ανοίγει η επικίνδυνη πορτούλα   Κι είχε και μια μικρή φωλιά για τη διαιώνιση   Πλεγμένη πιο επιδέξια κι απ’ αυτές   Που φτιάχνουν τα πουλιά    Το αρσενικό πέθανε πρώτο   Ύστερα ακολούθησε το θηλυκό     [από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΜΕΤΑΜΟΡΩΣΕΙΣ  1974]

Δευτέρα, 31 Μαΐου 2021

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΑ ΠΕΣΟΥΝΕ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

  (… εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες…) «Αχ, να μη σ’ έβλεπα καλύτερα παρά που μπαίνεις έτσι από τον τοίχο»!.. (Αλόη Σιδέρη)   ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ